Όλο και περισσότεροι παραγωγοί δίνουν «ψήφο εμπιστοσύνης»
στη φυτεία, η οποία δεν απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα. Μεγάλη ζήτηση σε όλο τον
κόσμο, καθώς χρησιμοποιείται για ζωοτροφή
Σταθερό εισόδημα προσφέρει τα τελευταία χρόνια η καλλιέργεια
της μηδικής, το γνωστό σε όλους τριφύλλι, που αποτελεί το πλέον περιζήτητο φυτό
σε παγκόσμια κλίμακα για ζωοτροφή στον κτηνοτροφικό τομέα.
Είναι
χαρακτηριστικό μάλιστα ότι το τελευταίο διάστημα παρατηρείται «στροφή» στη
βιολογική καλλιέργεια τριφυλλιού, που καταγράφει καλύτερες οικονομικές
επιδόσεις και δεν απαιτεί ιδιαίτερες καλλιεργητικές φροντίδες. Ενας εκ των
βασικών λόγων που πολλοί παραγωγοί άρχισαν να δίνουν «ψήφο εμπιστοσύνης» στην
καλλιέργεια μηδικής είναι ότι προσφέρει εισόδημα για μια περίοδο 4-5 ετών με
μία μόλις σπορά.
Η κοινή
μηδική είναι ένα φυτό που κατάγεται από τη Νοτιοδυτική Ασία και συγκεκριμένα
από την περιοχή του Ιράν, Ιράκ και Τουρκμενιστάν. Στην Ελλάδα και στον ευρύτερο
ευρωπαϊκό χώρο εισήχθη κατά τους ελληνοπερσικούς πολέμους, τον 5ο αιώνα π.Χ.
Η μηδική
είναι το σπουδαιότερο παγκοσμίως κτηνοτροφικό φυτό, γεγονός που οφείλεται στην
υψηλή θρεπτική του αξία. Το χόρτο της μηδικής είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες,
υδατάνθρακες, ανόργανα άλατα και βιταμίνες. Χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή στα
σιτηρέσια βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και πουλερικών.
Τα
τελευταία χρόνια, εξαπλώνεται διαρκώς η βιολογική καλλιέργεια της μηδικής, προς
κάλυψη των αναγκών των βιολογικά εκτρεφόμενων ζώων, ο αριθμός των οποίων
συνεχώς αυξάνεται.
Η
καλλιέργειά της συγκεντρώνεται σήμερα σε ζώνες στο βόρειο ημισφαίριο, κυρίως
Η.Π.Α., Καναδά, Ιταλία, Γαλλία, Κίνα, Ρωσία, και σε ορισμένες χώρες στο νότιο
ημισφαίριο όπως Αργεντινή, Χιλή, Ν. Αφρική, Αυστραλία και Ν. Ζηλανδία. Στη χώρα
μας η παραγωγή εντοπίζεται κυρίως στις πεδινές περιοχές της Β. και Κ. Ελλάδας,
αν και λόγω της μεγάλης προσαρμοστικότητάς της θεωρείται κατάλληλη για
εγκατάσταση σε οποιαδήποτε περιοχή της Ελλάδας. Το 2006 η καλλιεργούμενη έκταση
μηδικής στη χώρα μας ξεπέρασε τα 1.220.000 στρέμματα, ενώ η έκταση της
βιολογικής μηδικής έφτασε το 2004 τα 58.032 στρέμματα.
Κόστος -
έσοδα
Επιδοτούμενο
με κέρδη έως 430 € ανά στρέμμα
Αξιοσημείωτη
σταθερότητα εμφανίζουν οι τιμές παραγωγού στο φρέσκο τριφύλλι, με τα καθαρά
κέρδη στη βιολογική καλλιέργεια μηδικής, η οποία μάλιστα επιδοτείται, να
υπολογίζονται σε 430 ευρώ ανά στρέμμα.
Σύμφωνα με
στοιχεία του Ινστιτούτου Γεωργοοικονομικών και Κοινωνιολογικών Ερευνών του
ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., προκύπτει ότι η απόδοση της συμβατικής καλλιέργειας μηδικής φτάνει
κατά μέσο όρο τα 1.366 κιλά ανά στρέμμα. Προκύπτει ακόμη ότι η απόδοση της
μηδικής μειώνεται ελάχιστα όταν η καλλιέργεια είναι βιολογική. Συγκεκριμένα, η
απόδοση της βιολογικής μηδικής εμφανίζεται μειωμένη κατά 8,87% και φτάνει τα
1.245 κιλά ανά στρέμμα. Η μέγιστη απόδοση για τη βιολογική μηδική φτάνει τα
2.031 κιλά/στρέμμα, ενώ η ελάχιστη τα 300 κιλά. Η ελάχιστη αυτή τιμή
παρατηρήθηκε και στην περίπτωση της συμβατικής μηδικής και οφείλεται κυρίως
στην έλλειψη νερού. Από την άλλη μεριά, η μέγιστη απόδοση της συμβατικής
καλλιέργειας μηδικής, φτάνει τα 2.500 κιλά.
Τιμή
παραγωγού
Οσον αφορά
την τιμή παραγωγού, για τη βιολογική μηδική, φτάνει κατά μέσο όρο τα 0,2 ευρώ
το κιλό, αυξημένη κατά 20% περίπου σε σχέση με την αντίστοιχη μέση τιμή για τη
συμβατική μηδική (0,17 ευρώ το κιλό). Η ελάχιστη τιμή που παρατηρήθηκε για τη
βιολογική μηδική είναι 0,13 ευρώ ανά κιλό, ενώ η μέγιστη 0,26 ευρώ το κιλό. Η
ελάχιστη τιμή για τη συμβατική μηδική είναι 0,12 ευρώ ανά κιλό και η μέγιστη
0,23 ευρώ το κιλό.
Κόστος
παραγωγής συμβατικής και βιολογικής μηδικής: το μέσο κόστος παραγωγής της
βιολογικής μηδικής φτάνει τα 206,5 ευρώ ανά στρέμμα. Το 35% των δαπανών αυτών
αφορά τις δαπάνες σταθερού κεφαλαίου και κυρίως τις δαπάνες του μηχανολογικού
εξοπλισμού (απόσβεση, τόκος, ασφάλιση και συντήρηση) αφού η καλλιέργεια είναι
πλήρως εκμηχανισμένη. Το κόστος της εργασίας είναι περίπου 35 ευρώ ανά στρέμμα,
τόσο στην περίπτωση της βιολογικής καλλιέργειας όσο και στην περίπτωση της
συμβατικής και αφορά κυρίως το κόστος της ξένης μηχανικής εργασίας, και
συγκεκριμένα τις δαπάνες για την κοπή και το δέσιμο της μηδικής.
Τονίζεται
ότι, το σύνολο των παραγωγικών δαπανών της βιολογικής μηδικής δεν
διαφοροποιείται ιδιαίτερα σε σχέση με τη συμβατική καλλιέργεια, με εξαίρεση το
κόστος των λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων που είναι μειωμένο κατά 40%.
Επισημαίνεται ότι πάνω από το 40% του αναλώσιμου κεφαλαίου αφορά το κόστος της
άρδευσης, τόσο στη βιολογική όσο και στη συμβατική καλλιέργεια μηδικής.
Τέλος, το
ενοίκιο του εδάφους δεν διαφέρει μεταξύ των δύο τρόπων παραγωγής και φτάνει τα
51,08 ευρώ ανά στρέμμα στην περίπτωση της βιολογικής καλλιέργειας.
Οσον αφορά
το κόστος εγκατάστασης της μηδικής ανέρχεται στα 101,84 ευρώ ανά στρέμμα στη
συμβατική και 61,79 ευρώ ανά στρέμμα στη βιολογική καλλιέργεια. Η διαφορά αυτή
οφείλεται στο διαφορετικό κόστος των λιπασμάτων και των φυτοφαρμάκων που
χρησιμοποιούνται στους δύο εναλλακτικούς τρόπους παραγωγής. Οι εργασίες
εγκατάστασης δεν παρουσιάζουν κάποια διαφοροποίηση, ενώ το κόστος του σπόρου
στην περίπτωση της μηδικής φτάνει τα 21,17 ευρώ ανά στρέμμα.
Προκύπτει
λοιπόν ότι το κόστος παραγωγής ανά κιλό συμβατικής και βιολογικής μηδικής είναι
0,15 ευρώ και 0,17 ευρώ αντίστοιχα. Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι
το κόστος αγοράς της μηδικής και ιδιαίτερα της βιολογικής, είναι σημαντικά
μεγαλύτερο (20%). Κρίνεται επομένως συμφέρουσα, για τις εκμεταλλεύσεις
βιολογικής κτηνοτροφίας, η ιδιοπαραγωγή βιολογικής μηδικής, αφού με τον τρόπο
αυτό μειώνεται το κόστος διατροφής των ζώων. Ακαθάριστη πρόσοδος - καθαρό
κέρδος βιολογικής και συμβατικής μηδικής: Η μέση ακαθάριστη πρόσοδος ανά
στρέμμα βιολογικής μηδικής ανέρχεται στα 317,8 ευρώ αυξημένη κατά 28,87% σε
σχέση με αυτή της συμβατικής (246,18 ευρώ). Η ελάχιστη και η μέγιστη ακαθάριστη
πρόσοδος στην περίπτωση της βιολογικής μηδικής είναι 84,82 ευρώ ανά στρέμμα και
643,61 ευρώ ανά στρέμμα αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τη συμβατική
μηδική είναι 73,02 ευρώ ανά στρέμμα και 457,49 ευρώ ανά στρέμμα. Σημειώνεται
ότι η επιδότηση βιολογικής καλλιέργειας φτάνει τα 60 ευρώ ανά στρέμμα και
συμμετέχει με ποσοστό 18% περίπου στο σχηματισμό της ακαθάριστης προσόδου.
Η μέγιστη
τιμή του καθαρού κέρδους είναι 437,01 ευρώ και 248,71 ευρώ για τη βιολογική και
συμβατική μηδική αντίστοιχα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συμβατική μηδική
παρουσιάζει πιθανότητα αρνητικού κέρδους (ζημία) 28,34%. Η ζημία αυτή μπορεί να
φτάσει μέχρι και τα 135,76 ευρώ ανά στρέμμα.
Η μέγιστη
ζημία στην περίπτωση της βιολογικής παραγωγής είναι 121,72 ευρώ ανά στρέμμα
όμως η πιθανότητα εμφάνισης ζημίας στη βιολογική μηδική είναι πολύ μικρή
(6,68%). Αυτό οφείλεται κυρίως στην επιδότηση της βιολογικής παραγωγής.
Η ταυτότητα
του φυτού
Αντέχει
στις καιρικές συνθήκες, απαιτεί ωστόσο σημαντικές ποσότητες νερού
Το τριφύλλι
χαρακτηρίζεται από ευρεία προσαρμοστικότητα και μπορεί να καλλιεργηθεί σε
περιοχές με ποικίλες κλιματικές συνθήκες. Ομως προσαρμόζεται καλύτερα σε
περιοχές με ήπιο χειμώνα και ζεστό καλοκαίρι. Η καλλιέργεια αυτή απαιτεί
σημαντικές ποσότητες νερού για την ανάπτυξή της και για τον λόγο αυτόν
θεωρείται απαραίτητη η άρδευσή της όταν καλλιεργείται σε ξηρές περιοχές. Παρόλα
αυτά, το μεγάλο βάθος ανάπτυξης του ριζικού της συστήματος της δίνει την
ικανότητα να προσλαμβάνει νερό από τα βαθύτερα στρώματα του εδάφους (7-9 μέτρα
βάθους), με αποτέλεσμα να είναι δυνατή και η ξηρική καλλιέργεια της μηδικής με
μειωμένες όμως αποδόσεις. Επίσης μπορεί να καλλιεργηθεί και σε ορεινές περιοχές
επειδή αντέχει αρκετά στο κρύο. Οσον αφορά τις εδαφικές της απαιτήσεις, η
μηδική παρουσιάζει μεγάλη προσαρμοστικότητα.
Ως ψυχανθές
φυτό, η μηδική έχει την ικανότητα να δεσμεύει άζωτο και επομένως η καλλιέργειά
της δεν είναι απαιτητική σε αζωτούχο λίπανση. Επιπλέον, λόγω της
αζωτοδεσμευτικής ικανότητάς της καθώς και του εκτεταμένου ριζικού της
συστήματος, βοηθά στη βελτίωση της δομής του εδάφους και στον εμπλουτισμό του
με θρεπτικά στοιχεία1. Η μηδική μπορεί εύκολα να καλλιεργηθεί βιολογικά, αφού
οι καλλιεργητικές τεχνικές της βιολογικής καλλιέργειας δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα
από τις αντίστοιχες της συμβατικής, ενώ οι όποιες διαφορές περιορίζονται στο
είδος των ουσιών που χρησιμοποιούνται για λίπανση και φυτοπροστασία.
Οι
ελάχιστες απαιτήσεις του φυτού σε αζωτούχο λίπανση και η επάρκεια των ελληνικών
εδαφών σε φώσφορο και κάλιο ευνοούν την εξάπλωση του βιολογικού τρόπου
καλλιέργειας της μηδικής. Οι υψηλές απαιτήσεις σε φώσφορο επιβάλλουν όμως την
προσθήκη του στοιχείου αυτού στο έδαφος σε ετήσια βάση, ενώ η περιεκτικότητα
του εδάφους σε ασβέστιο επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη μακροβιότητα και την
παραγωγική ικανότητα της μηδικής, γι' αυτό και συνιστάται η προσθήκη ασβεστίου
στο έδαφος έναν μήνα περίπου πριν από τη σπορά.
Τα συν και
τα πλην
Θετικοί
παράγοντες
Η πλήρης
εκμηχάνιση της καλλιέργειας και οι μικρές απαιτήσεις σε ανθρώπινη εργασία.
Οι
ελάχιστες απαιτήσεις σε λίπανση και η μεγάλη προσαρμοστικότητα σε ποικιλία
εδαφών και κλιμάτων.
Η συμβολή
της στη βελτίωση της δομής και της γονιμότητας του εδάφους, λόγω του ριζικού
της συστήματος και της ικανότητάς της να δεσμεύει άζωτο.
Το χαμηλό
κόστος παραγωγής και η μικρή διαφοροποίησή του, μεταξύ βιολογικής και
συμβατικής καλλιέργειας.
Η ελάχιστη
μείωση της απόδοσης σε σχέση με τη συμβατική καλλιέργεια.
Η σημαντική
μείωση του κόστους διατροφής των αγροτικών ζώων από την ιδιοπαραγωγή βιολογικής
μηδικής στις μεικτές εκμεταλλεύσεις.
Αρνητικοί
παράγοντες
Οι υψηλές
απαιτήσεις σε άρδευση για την επίτευξη καλών αποδόσεων.
Το αυξημένο
κόστος σε ξένη μηχανική εργασία για την κοπή και το δέσιμο της μηδικής.
Η μεγάλη
εξάρτηση του κέρδους από την επιδότηση βιολογικής παραγωγής.
ΠΟΥ ΘΑ
ΑΠΕΥΘΥΝΘΩ
Δρ Ειρήνη
Τζουραμάνη, Ερευνήτρια
Ινστιτούτο
Γεωργοοικονομικών και Κοινωνιολογικών Ερευνών
Εθνικό
Ιδρυμα Αγροτικής Ερευνας Τηλ.
2102756596
email: tzouramani.inagrop@nagref.gr Κώστας Νάνος