Δύο φρούτα που δεν ανήκουν στις καθημερινές διατροφικές
συνήθειες των Ελλήνων, αλλά έχουν ζήτηση σε βιομηχανίες μεταποίησης,
εμφανίζοντας ικανοποιητικές προοπτικές ανάπτυξης με ελκυστικές αποδόσεις,
συνιστούν τη νέα πρόταση για εναλλακτική ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα.
Ο λόγος για το βατόμουρο και το φραγκοστάφυλο, που με ελάχιστες
απαιτήσεις καλλιεργητικής φροντίδας είναι δύο είδη που προσαρμόζονται πολύ καλά
στις πιο ακραίες καιρικές συνθήκες παγετού, ενώ μπορεί να φυτευτεί ακόμη και σε
άγονα εδάφη, υπό την προϋπόθεση βέβαια της ύπαρξης αρδευτικού συστήματος.
Πρόκειται για δύο φρούτα που ανήκουν στα λεγόμενα «super foods», που είναι παγκοσμίως
γνωστά για τις πολλές διατροφικές και φαρμακευτικές τους χρήσεις με πολύ υψηλή
διατροφική αξία και πλήθος ευεργετικών ιδιοτήτων.
Η καλλιέργεια των δύο αυτών φρούτων ναι μεν υπόσχεται ένα
ικανοποιητικό εισόδημα, ενέχει όμως και ένα ρίσκο που έχει να κάνει με την
ευαισθησία των καρπών.
Η καλλιέργειά του δεν είναι απαιτητική και τα κέρδη από την
πώληση της παραγωγής μπορούν να φτάσουν και να ξεπεράσουν τα 3.000 ευρώ ανά
στρέμμα.
Παρά, ωστόσο, τις αξιοσημείωτες δυνατότητες ανάπτυξης των
δύο αυτών φρούτων στην Ελλάδα, όπως επισημαίνουν γνώστες της αγοράς, προ της
εγκατάστασης της καλλιέργειας θα πρέπει απαραίτητα να προηγηθεί έρευνα αγοράς
και συμφωνίες με εταιρείες μεταποίησης για την απορρόφηση της παραγόμενης
ποσότητας, που μπορεί να ξεπερνά τον 1 τόνο εφόσον γίνεται ορθολογικά και με
τον ενδεδειγμένο τρόπο.
Μεταποίηση και εμπορία
Συμμαχία παραγωγών για μεγαλύτερα κέρδη
Σύμφωνα με τους γνώστες του προϊόντος, το καλύτερο μοντέλο
παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας είναι εκείνο της ομάδας παραγωγών. Τα μέλη
της ομάδας αυτής μπορούν να καλλιεργούν τα προϊόντα, τα οποία θα παραδίδουν
στην ομάδα που θα συγκεντρώνει την παραγωγή και θα προβαίνει στην πρώτη
μεταποίηση των καρπών του, παράγοντας
Επίσης η ομάδα θα ερευνά τις αγορές και θα τροφοδοτεί με τα
προϊόντα της πρώτης μεταποίησης διάφορες εταιρείες (φαρμακευτικές, τροφίμων,
βιομηχανίες χυμών) του εσωτερικού και του εξωτερικού, οι οποίες θα προβαίνουν
στην τελική μεταποίηση, εξασφαλίζοντας τις υψηλότερες δυνατές τιμές προς όφελος
των παραγωγών.
ΦΡΑΓΚΟΣΤΑΦΥΛΟ
Υψηλές αποδόσεις υπόσχεται το φραγκοστάφυλο, η καλλιέργεια
όμως του οποίου στην Ελλάδα είναι αρκετά περιορισμένη. Το φραγκοστάφυλο μπορεί
να αναπτυχθεί σε θερμοκρασίες έως -30 βαθμούς. Μπορεί να ποτίζεται είτε με
εναέριο είτε με στάγδην άρδευση.
Η φύτευση γίνεται με απόσταση τριών μέτρων από το κάθε φυτό
και στο στρέμμα υπολογίζεται ότι φυτεύονται 220 φυτά, με κόστος αγοράς τα 3
ευρώ ανά φυτό. Μπορεί να αναπτυχθεί σε όλα τα εδάφη. Το φραγκοστάφυλο
καλλιεργείται κυρίως στη Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη, με τη Βρετανία, τη Γαλλία
και την Πολωνία στις πρώτες θέσεις.
Οι χώρες αυτές βλέπουν τις εξαγωγές τους να αυξάνονται
αλματωδώς τα τελευταία χρόνια, καθώς όλο και περισσότερες έρευνες επιβεβαιώνουν
την υψηλή διατροφική αξία του καρπού, ενώ πλέον η χρήση του έχει επεκταθεί και
σε άλλους κλάδους, όπως η βιομηχανία καλλυντικών (αιθέρια έλαια, κρέμες
περιποίησης), η φαρμακοβιομηχανία κ.λπ.
Η Βρετανία είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή στην
Ευρώπη. Η συστηματική καλλιέργεια φραγκοστάφυλου στη Βρετανία, ξεκίνησε κατά τη
διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου, όταν οι πηγές βιταμίνης C άρχισαν να σπανίζουν και οι κάτοικοι
αναζητούσαν τροφές πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά. Στην Πολωνία, οι
καλλιέργειες φραγκοστάφυλου τετραπλασιάστηκαν μέσα σε 20 χρόνια ανεβάζοντας την
παραγωγή περίπου σε 60.000 τόνους. Η Γαλλία, τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός χώρα
στην Ευρώπη. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της εξάγεται (κυρίως σε
ασιατικές χώρες), ενώ ένα σημαντικό ποσοστό απορροφάται στην τοπική αγορά,
ιδιαίτερα στην παραγωγή του λικέρ Creme de Cassis, που χρησιμοποιείται ευρέως στη χώρα.
Ιδιότητες
Είναι πλούσιο σε βιταμίνη C, φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά στοιχεία. Εχουν τη μεγαλύτερη
περιεκτικότητα βιταμίνης C
από όλα τα φρούτα των εύκρατων ζωνών με 177-187 mg βιταμίνης ανά 100 γραμμάρια καρπών.
Αν ληφθεί υπόψη ότι για να χαρακτηρισθεί ένα προϊόν ως φυσική πηγή βιταμίνης C πρέπει να περιέχει
τουλάχιστον 10 mg ανά
100 γραμμάρια καρπού, τότε είναι εμφανής η υπεροχή του φραγκοστάφυλου.
Η σημαντική θρεπτική αξία του φραγκοστάφυλου αυξάνεται ακόμη
περισσότερο καθώς, εκτός από βιταμίνες, είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε φυτικές
ίνες, περιέχοντας πάνω από 5,5 γραμμ. ανά 100 γραμμάρια καρπών.
Οι φυτικές ίνες είναι μείζονος σημασίας για την καλή
λειτουργία του εντέρου, βοηθώντας παράλληλα τη δημιουργία συναισθήματος
κορεσμού στο στομάχι. Εκτός από τα παραπάνω, τα φραγκοστάφυλα είναι πλούσια σε
πολυφαινόλες, φυτικές ουσίες γνωστές για την αντιοξειδωτική τους δράση, καθώς
έχουν την ιδιότητα να συλλαμβάνουν τις ελεύθερες ρίζες που βλάπτουν τους ιστούς
του σώματος. Η κατανάλωση του καρπού εμποδίζει τον σχηματισμό τοξικών ουσιών
στο σώμα, που προκαλούν γονιδιακές μεταλλάξεις, που οδηγούν σε καρκίνο.
για Γεωπονική μελέτη καλλιέργειας και διάθεσης του φραγκοστάφυλου τηλ. 210-8818416
ΒΑΤΟΜΟΥΡΟ
Εσοδα έως και 3.000 ευρώ ανά στρέμμα αποφέρει το βατόμουρο
Με το κόστος εγκατάστασης της καλλιέργειας βατόμουρου να
ανέρχεται σε 600-700 ευρώ περίπου ανά στρέμμα, η μέση στρεμματική απόδοση μετά
τα δύο πρώτα χρόνια μπορεί να ξεπεράσει τον 1 τόνο, αποφέροντας έσοδα της τάξης
έως και 3.000 ανά στρέμμα.
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα αποδοτική καλλιέργεια λόγω της
υψηλής τιμής του προϊόντος. Για παράδειγμα μια συσκευασία νωπών βατόμουρων,
βάρους 125 γραμμαρίων πωλείται στη λιανική τιμή προς 5 ευρώ, ενώ ο χυμός
κοστίζει 3,3 ευρώ το μπουκάλι. Επίσης ένα βαζάκι μαρμελάδα βατόμουρο κοστίζει
6,3 ευρώ και τα αποξηραμένα φύλλα (πίνονται ως ρόφημα) 1,5 ευρώ η συσκευασία.
Συστηματική καλλιέργεια βατόμουρων στην Ελλάδα δεν υπάρχει
με βασική αιτία τη δυσκολία στη διάθεσή τους, καθώς είναι πολύ ευαίσθητοι
καρποί. Μετά τη συλλογή, η διάθεσή τους πρέπει να είναι άμεση (συντηρούνται 4-6
ημέρες στο ψυγείο). Καταναλώνονται νωποί, αλλά έχουν χρήση και στη
ζαχαροπλαστική, καθώς και στην παρασκευή φυσικών αρωμάτων και χρωμάτων. Το
χρώμα, το μέγεθος του καρπού, η σκληρότητα του, το PH του χυμού κ.ά. Είναι χαρακτηριστικά
που επηρεάζουν την εμπορευσιμότητά του.
Μικρό μέρος των καρπών πηγαίνει για νωπή κατανάλωση. Το
μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής πάει στην κατάψυξη ή για μεταποίηση. Οι καρποί
που καταψύχονται, στη συνέχεια χρησιμοποιούνται στη ζαχαροπλαστική, παρασκευή
παγωτού, πίτας, προσθετικά σε γιαούρτι, μαρμελάδες, σιρόπια, παρασκευή ποτών,
φυσικών χρωμάτων και αρωμάτων.
Ως φυτό, το βατόμουρο ευδοκιμεί στην Ευρώπη. Το ριζικό τους
σύστημα είναι πολυετές. Ανάλογα με το είδος απαιτείται διαφορετικό διάστημα
χαμηλών θερμοκρασιών, προκειμένου να διακοπεί ο λήθαργος και να ανθίσει το φυτό
και αυτό συμβαίνει από το δεύτερο έτος και μετά.
Η εγκατάσταση της φυτείας γίνεται την άνοιξη φυτεύοντας φυτά
ύψους 30-45 εκατοστών, σε αποστάσεις 1,5-3 μέτρα επί της γραμμής φύτευσης και 3
μέτρα ανάμεσα στις γραμμές (133 φυτά ανά στρέμμα). Η απόσταση αυτή αυξάνεται σε
περίπτωση μηχανικής συγκομιδής. Πριν από τη φύτευση εφαρμόζεται στο έδαφος η
κατάλληλη για την καλλιέργεια λίπανση.
Αν και το βατόμουρο είναι ένα φυτό που αντέχει την
παρατεταμένη υγρασία, στις εμπορικές ποικιλίες η άρδευση κρίνεται απαραίτητη
ιδιαίτερα κατά το πρώτο έτος εγκατάστασης της φυτείας και κατόπιν στις
περιόδους αύξησής τους.
Το φυτό έχει παραγωγική ζωή 12-13 χρόνια, ξεκινώντας -όπως
αναφέρθηκε- από το δεύτερο έτος.
Απόδοση
Η μέση απόδοση μιας φυτείας είναι 500-1.000 κιλά ανά στρέμμα
και η τιμή κυμαίνεται γύρω στα 3-4 ευρώ το κιλό. Η παραγωγή αυξάνεται τον
τέταρτο χρόνο και παραμένει σταθερή για περίπου 6 χρόνια με τελική διάρκεια
ζωής της φυτείας τα 12 χρόνια.
Κατά την εγκατάσταση μιας φυτείας βατόμουρων πρέπει να
ληφθούν υπόψη διάφοροι παράγοντες με κυριότερο αυτόν της εξασφαλισμένης κατά το
δυνατόν διάθεσης του παραγόμενου προϊόντος στην αγορά.
Αλλοι παράγοντες που πρέπει να συνεκτιμηθούν είναι:
Η επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας που θα επηρεάσει αρχικά
τον τρόπο συγκομιδής του καρπού, αλλά και την εμπορευσιμότητά του.
Η άρδευση της φυτείας, καθώς απαιτούνται περίπου 25 χιλιοστά
βροχής ανά εβδομάδα κατά την περίοδο αύξησης των φυτών.
Τα έξοδα της συγκομιδής, όπως και η φύλαξη του καρπού μετά
τη συλλογή του.
Η φροντίδα που πρέπει να επιδείξει ο γεωργός για την καλή
ανάπτυξη των φυτών, που περιλαμβάνει το κλάδεμα μόρφωσης και καρποφορίας, την
καλλιέργεια του εδάφους και τη ζιζανιοκτονία, όπως και τη φυτοπροστασία για την
καταπολέμηση των εχθρών και των ασθενειών.
Τα βατόμουρα είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικές βιταμίνες Α, C, Ε και Β-καροτίνη, σε
κάλιο, μαγνήσιο, φωσφόρο και φυτικές ίνες. Αντίθετα, είναι φτωχά σε λίπος,
νάτριο και θερμίδες, γεγονός που τα τοποθετεί στην πρώτη βαθμίδα της υγιεινής
διατροφής.
Οφέλη
Οι μελέτες για τα οφέλη τους στρέφονται σε αντιοξειδωτική
δραστηριότητα, αντιγήρανση, πρόληψη καρκίνου, καρδιακή και εγκεφαλική
λειτουργία, υγεία όρασης και ουροποιητικού συστήματος.
Επίσης, το αφέψημα από φύλλα χάρη στη μεγάλη περιεκτικότητα
γλυκοζοειδών και νεομυρτιλίνης (χρησιμοποιείται
για τη θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη) είναι ένα ευεργετικό ρόφημα που
βοηθάει στην αντιμετώπιση του προβλήματος της υψηλής συγκέντρωσης σακχάρων στο
αίμα. ΚΩΣΤΑΣ ΝΑΝΟΣ, Πηγή:
www.ethnos.gr From agrodata.gr
για Γεωπονική μελέτη καλλιέργειας και διάθεσης του βατόμουρου τηλ. 210-8818416