Ο Νέος αναπτυξιακός νόμος εστιάζει -κατά προτεραιότητα- σε
δύο κλάδους, τον αγροδιατροφικό και τον κλάδο των τεχνολογιών πληροφορικής και
επικοινωνιών, προβλέποντας εννέα διαφορετικές κατηγορίες ενισχύσεων. Παράλληλα,
δίνει ισχυρά κίνητρα στους επιχειρηματίες, ώστε να επιλέξουν τη φοροαπαλλαγή,
αντί της επιδότησης σε χρήμα.
Αυτό επισημάνθηκε στο πλαίσιο ενημέρωσης των επιχειρήσεων -
μελών του ΕΒΕΠ και έπειτα από την πληροφόρηση που παρείχαν ο Υφυπουργός
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, κ. Α. Χαρίτσης και ο Γενικός Γραμματέας
Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων, κ. Λ. Λαμπριανίδης για τις προοπτικές της
ελληνικής οικονομίας και τα βασικά αναπτυξιακά εργαλεία.
Ειδικότερα, το προσχέδιο του νέου νόμου προβλέπει τις εξής
κατηγορίες ενισχύσεων:
1. Φορολογική απαλλαγή, η οποία συνίσταται στην απαλλαγή από
την υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος, επί των πραγματοποιούμενων προ φόρων
κερδών για το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης. Το ποσό της
φορολογικής απαλλαγής υπολογίζεται, ως ποσοστό επί της αξίας των ενισχυόμενων
δαπανών του επενδυτικού σχεδίου ή και της αξίας του καινούριου μηχανολογικού
και λοιπού εξοπλισμού, που αποκτάται με χρηματοδοτική μίσθωση.
2. Επιχορήγηση από το κράτος για την κάλυψη επιλέξιμων
δαπανών του επενδυτικού σχεδίου της επιχείρησης.
3. Επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης, έως επτά χρόνια, με την
κάλυψη από το δημόσιο, τμήματος των δόσεων για "leasing" απόκτησης
καινούριου μηχανολογικού εξοπλισμού. Η επιδότηση προσδιορίζεται ως ποσοστό επί
της αξίας απόκτησης.
4. Επιδότηση επιτοκίου.
5. Συμψηφισμός οφειλών με φόρους
6. Επιδότηση του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης, η
οποία συνίσταται στην κάλυψη από το Δημόσιο του μισθολογικού κόστους των νέων
θέσεων εργασίας, που δημιουργούνται και συνδέονται με το επενδυτικό σχέδιο.
7. Σταθερό φορολογικό σύστημα. Η φορολογία επί των κερδών
(29%) δεν θα μπορεί να αυξηθεί για επτά χρόνια.
8. Ταχεία αδειοδότηση.
9. Χρηματοδότηση επιχειρηματικού κινδύνου, μέσω ταμείου
συμμετοχών με παροχή ιδίων κεφαλαίων, δανείων ή εγγύησης κάλυψης ζημιών.
Το ελάχιστο ύψος της επένδυσης για την υπαγωγή επενδυτικών
σχεδίων στις ενισχύσεις του νέου επενδυτικού νόμου ορίζεται με βάση το μέγεθος
της επιχείρησης:
• Για μεγάλες επιχειρήσεις, στο ποσό των 500.000 ευρώ (από 1
εκατ. ευρώ).
• Για μεσαίες επιχειρήσεις, στο ποσό 200.000 ευρώ (από
500.000 ευρώ).
• Για πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, στο ποσό των
150.000 ευρώ (ξεκινούσαν από 200.000 και 300.000 ευρώ).
Το σύνολο των ενισχύσεων που μπορεί να λάβει μια επιχείρηση
στο πλαίσιο του νέου επενδυτικού νόμου δεν μπορούν να ξεπερνούν τα 10 εκατ.
ευρώ για μεμονωμένη επιχείρηση και τα 20 εκατ. ευρώ μαζί με τις συνεργαζόμενες
ή συνδεδεμένες εταιρείες. Τα ποσοστά ενίσχυσης που προβλέπονται σύμφωνα με τον
Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων 2014-2020 κυμαίνονται από 10% έως 45% του
κόστους επένδυσης, ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης και την περιφέρεια στη
οποία εδρεύει. Στο 100% της επιχορήγησης φτάνουν οι φορολογικές απαλλαγές και η
επιδότηση μισθολογικού κόστους. Τα ποσοστά της επιχορήγησης και της
χρηματοδοτικής μίσθωσης θα είναι στο 70% του ποσοστού, που αναφέρεται στους
Χάρτες Περιφερειακών Ενισχύσεων και μπορούν να αναπροσαρμόζονται στις αποφάσεις
προκήρυξης των καθεστώτων.
Τέλος, για τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια με επιλέξιμες δαπάνες
άνω των 50 εκατ. ευρώ, το ανώτατο ποσό ενίσχυσης προσδιορίζεται υπό τρεις
προϋποθέσεις, ενώ ο νέος Αναπτυξιακός προβλέπει τη δυνατότητα ειδικών
ενισχύσεων (π. χ. σε εξωστρεφείς επιχειρήσεις, σε αυτές που παρουσιάζουν αύξηση
της απασχόλησής τους, σε κλάδους Τεχνολογίας Πληροφοριών & Επικοινωνίας και
Αγροδιατροφής).
Όσον αφορά στις καινοτομίες του νέου Αναπτυξιακού, αυτές
είναι η ενίσχυση πρωτίστως με φοροαπαλλαγές, ο ορισμός πλαφόν στο ύψος της
ενίσχυσης, που μπορεί να λάβει οποιοδήποτε επενδυτικό σχέδιο, οι διατυπωμένοι
στόχοι του Νόμου, που υποστηρίζονται πολλαπλά, η απλοποίηση των διαδικασιών με
ταυτόχρονη εξασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος και η διαφορετική διαδικασία
σύνταξής του.
Επενδύσεις και στην Κτηνοτροφία - Πτηνοτροφία! |
Σε δηλώσεις του ο Πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., κ. Βασίλης
Κορκίδης, ανέφερε:: «…η ενεργοποίηση του νέου Αναπτυξιακού Σχεδίου
αναδεικνύεται σε ζήτημα πρωταρχικής σημασίας και προτεραιότητας, καθώς η
κρίσιμη περίοδος, στην οποία βρίσκεται ο τόπος μας, εν όψει και της πρώτης
αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, επιβάλλει τη συνεργασία όλων μας, για
την επίτευξη συναίνεσης, χωρίς την οποία δε μπορεί να ευδοκιμήσει καμία
προσπάθεια. Ο διπλός ρόλος που πρέπει να παίξει ο νέος αναπτυξιακός για να
επανεκκινήσει η ελληνική οικονομία, είναι αυτός της ασπίδας και της ενίσχυσης
στην επιχειρηματικότητα. Σε κάθε περίπτωση, ευελπιστούμε ότι, ο νέος
Αναπτυξιακός έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε, αφενός να υπερβαίνει τις
αστοχίες των προηγούμενων, αφετέρου να μπορεί να προσαρμοστεί στο αναπτυξιακό
μοντέλο, το οποίο ταιριάζει στην οικονομία μας. Επίσης, πρέπει να αποτελέσει
ουσιαστικό εργαλείο ανάπτυξης, που θα ενισχύσει ουσιαστικά την σχεδόν ανύπαρκτη
επενδυτική δραστηριότητα της Χώρας μας και θα αναδείξει, επιτέλους, το
"Βrand Name" Ελλάδα…».