Η καλλιέργεια σε επαγγελματικό επίπεδο και κάτω από άριστε
συνθήκες ποιότητας και ορθής διαχείρισης μπορεί να κάνει την διαφορά, και στην
Ελλάδα, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς τουριστικούς μήνες αλλά και στις αγορές
του εξωτερικού.
Ιδιαίτερα από εδώ επιμένουμε στην ποιότητα του τελικού προϊόντος
αλλά και στην προσπάθεια να δημιουργηθούν
πρότυπες βιολογικές οργανωμένες μονάδες, βλέπετε τα βιολογικά λαχανικά
έχουν μια δεδομένη αύξηση και έχουν αρχίσει να γίνονται αγαπητά από τους καταναλωτές
στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.
Στο τέλος του άρθρου θα βρείτε σχετικές χρήσιμες
πληροφορίες.
Ικανοποιητικό εισόδημα μπορεί να αποφέρει η καλλιέργεια των
κηπευτικών στους κατοίκους της υπαίθρου, η ζήτηση των οποίων από τις αγορές του
εξωτερικού βρίσκεται σε διαρκή άνοδο.
Μπορεί η εν Ελλάδι κρίση να πλήττει ανεξαιρέτως κάθε μορφής
εγχώρια αγορά, ωστόσο η εξαγωγική προοπτική δημιουργεί συνθήκες σημαντικής
κερδοφορίας. Τρανή απόδειξη το γεγονός ότι το 45% της περσινής συνολικής
παραγωγής οπωροκηπευτικών έφυγε στο εξωτερικό.
Σύμφωνα και με τον γεωπόνο Κάσσανδρο Γάτσιο, υπάρχει μεγάλο
περιθώριο ανάπτυξης της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ελλάδα, διαθέτοντας
εξαγωγικό προσανατολισμό.
Το είδος και το μέγεθος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι
παράγοντες που προσδιορίζουν και την πρόσοδο, καθώς τα προϊόντα αυτά μπορούν να
δίνουν καρπούς καθ΄ όλη τη διάρκεια του χρόνου όταν πρόκειται για θερμοκηπιακές
καλλιέργειες.
Βασικές προϋποθέσεις για την επιτυχή είσοδο και εδραίωση
στον τομέα αυτό ιδιαίτερα στις ξένες αγορές, είναι η δημιουργία ομάδων
παραγωγών με δέλεαρ τις μεγάλες ποσότητες προϊόντων υψηλής ποιότητας και κυρίως
σταθερότητα και συνέχεια στην παράδοση. Η μελιτζάνα καλλιεργείται σε υπαίθριες
καλλιέργειες αλλά και σε θερμοκήπια. Η παραγωγή καταναλώνεται στην εσωτερική
αγορά αλλά και σε εξαγωγές.
Το 2011 καλλιεργήθηκαν συνολικά 25.000 στρέμματα και
παρήχθησαν 76.300 τόνοι μελιτζάνας.
Η ολοένα αυξανόμενη ζήτησή της και οι μικρές απαιτήσεις της
όσον αφορά την καλλιέργεια κάνουν τη μελιτζάνα μια πρώτης τάξεως επιλογή, με
καλές αποδόσεις και εισόδημα για τον παραγωγό. Αυτός είναι και ο λόγος που τα
τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση των εκτάσεών της στη χώρα μας.
Όπως η μελιτζάνα, έτσι και το κολοκυθάκι καλλιεργείται σε
υπαίθριες καλλιέργειες, αλλά και σε θερμοκήπια. Μάλιστα στην Ελλάδα άρχισε να
κάνει θραύση και το στρογγυλό κολοκυθάκι, η ζήτηση και η τιμή του οποίου έχουν
εκτοξευθεί στα ύψη. Αξίζει να προστεθεί ότι κατά τη διάρκεια του χειμώνα η
Ελλάδα είναι ελλειμματική στην παραγωγή κολοκυθιών και πραγματοποιεί εισαγωγές,
κυρίως από την Τουρκία.
Ποιες ποικιλίες μελιτζάνας προσφέρουν μεγάλα κέρδη;
Υψηλές αποδόσεις υπόσχεται η καλλιέργεια της μελιτζάνας με
τη μέση παραγωγή να είναι έως 2,5 τόνους το στρέμμα στις υπαίθριες καλλιέργειες
και 3 έως 5 τόνους στα θερμοκήπια.
Το κόστος εγκατάστασης αλλά και της καλλιέργειας είναι
περίπου 400-600 ευρώ το στρέμμα. Οι τιμές φέτος ξεκίνησαν με 0,7 ευρώ και στη
συνέχεια έπεσαν σε 0,45-0,35 ευρώ το κιλό. Βέβαια, οι μελιτζάνες που έχουν
χαρακτηρισθεί ΠΟΠ (προστασία ονομασίας προέλευσης) πετυχαίνουν καλύτερες τιμές
της τάξεως του 1 ευρώ το κιλό.
Η μελιτζάνα είναι φυτό που καλλιεργείται σε όλες τις
περιοχές της Ελλάδας, σε θερμοκήπια ή σε υπαίθριες καλλιέργειες. Θέλει
θερμοκρασίες 22-25 οC
την ημέρα και 18 οC τη
νύχτα για να αναπτυχθεί κανονικά.
Ο σπόρος της, μετά τη σπορά, φυτρώνει ύστερα από 10-15
ημέρες, όταν η θερμοκρασία είναι στα ανωτέρω όρια. Σε θερμοκρασίες κάτω από 12
οC δεν φυτρώνει. Στο
σπορείο όπου σπέρνεται ο σπόρος πρέπει να υπάρχει υγρασία περιβάλλοντος
τουλάχιστον 75%. Επειδή η μελιτζάνα είναι φυτό που δεν επηρεάζεται από τη
φωτοπερίοδο της ημέρας κατά την περίοδο της ανθήσεως, γι' αυτό μπορεί να δώσει
καρπούς ακόμη και κατά τη διάρκεια του χειμώνα μέσα σε θερμοκήπιο.
Το έδαφος στο οποίο μπορεί να καλλιεργηθεί μπορεί να είναι
αμμοπηλώδες ή πηλοαμμώδες ή αμμώδες. Το έδαφος θα πρέπει να μπορεί να συγκρατεί
το νερό, να έχει υψηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και να έχει καλή
στράγγιση. Προσαρμόζεται καλύτερα σε εδάφη με pΗ μεταξύ 6-7.
Η μελιτζάνα πολλαπλασιάζεται με σπορά των σπόρων σε σπορείο
σε ατομικά γλαστράκια ή σε δίσκους σποράς και στη συνέχεια γίνεται η
μεταφύτευση των φυταρίων στο χωράφι.
Μελιτζάνα Τσακώνικη για σπόρο.
Η φύτευση στο χωράφι γίνεται σε μονές γραμμές (αυτές που
παραμένουν στο χωράφι μέχρι τον Δεκέμβριο) ή διπλές γραμμές (όταν η καλλιέργεια
γίνεται στα τέλη του χειμώνα).
Η σπορά σε θερμά σπορεία μπορεί να γίνει σε πρώιμες
καλλιέργειες τον Ιανουάριο και η μεταφύτευση αρχές Μαρτίου, ενώ στις όψιμες η
σπορά σε ψυχρά σπορεία γίνεται τον Μάρτιο-Απρίλιο.
Η μελιτζάνα είναι λαχανικό που πρέπει να υποστυλώνεται όπως
η ντομάτα, επάνω σε σύρματα που δένονται σε πασσάλους ή καλάμια.
Οι ποικιλίες που συναντάμε είναι:
Οι κυριότερες ποικιλίες που καλλιεργούνται στην Ελλάδα είναι
οι εξής:
Τσακώνικη: Είναι μία μεσοπρώιμη ποικιλία που προέρχεται από
την τοπική ποικιλία του Αργους. Οι καρποί της είναι κυλινδρικοί και έχουν χρώμα
ιώδες με λευκές επιμήκεις γραμμές.
Λαγκαδά: Καλλιεργείται κυρίως στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Εχει μεγάλους καρπούς με σκούρο ιώδες χρώμα. Είναι μεσοπρώιμη ποικιλία και
είναι κατάλληλη για υπαίθριες καλλιέργειες.
Λευκή Σαντορίνης: Είναι μελιτζάνα με πολύ καλή γεύση και
μεγάλους λευκού χρώματος καρπούς.
Rosa Romanesca:
Οι καρποί της ποικιλίας αυτής είναι σφαιρικοί (φλάσκες) με χρώμα ανοιχτό ιώδες
ή λευκό και είναι αρκετά μεγάλοι.
Η συγκομιδή των καρπών γίνεται σε 4-5 μήνες από τη σπορά,
όταν οι καρποί έχουν ωριμάσει. Κατά τη συγκομιδή το μήκος των καρπών είναι
12-15 εκ. ανάλογα με την ποικιλία. Από την άνθηση μέχρι τη συγκομιδή
απαιτούνται στις όψιμες ποικιλίες 30-35 ημέρες και για τις πρώιμες 15-20
ημέρες. Η συγκομιδή αρχίζει από τον Μάιο, συνεχίζεται το καλοκαίρι και φθάνει
μέχρι το φθινόπωρο. Σε περιπτώσεις που δεν γίνεται τακτικό πότισμα,
παρατηρείται πικράδα στους καρπούς.
Η μελιτζάνα, πέρα από τις πολλές βιταμίνες και τα μέταλλα,
περιέχει σημαντικές ποσότητες φαινολικών ενώσεων και φλαβονοειδή που έχουν
ισχυρή αντιοξειδωτική δράση. Ενα ισχυρό αντιοξειδωτικό που περιέχεται στη
μελιτζάνα, το χλωρογενικό οξύ, θεωρείται ότι έχει αντικαρκινική και
αντιμικροβιακή δράση, ενώ επιδρά στη μείωση της LDL χοληστερίνης.
ΚΟΛΟΚΥΘΑΚΙ
Το κόστος καλλιέργειας και η απόδοση ανά στρέμμα
Η ελλειμματική παραγωγή στην Ελλάδα, οι καλές τιμές
παραγωγού και η ζήτηση για ελληνικά κηπευτικά από τις αγορές του εξωτερικού
ανεβάζουν το κολοκυθάκι ψηλά στη λίστα με τις ελκυστικές συμβατικές
καλλιέργειες νωπών προϊόντων.
Το κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας είναι περίπου
300-400 ευρώ το στρέμμα. Η καλλιέργειά τους αποδίδει 2,5-3 τόνους το στρέμμα,
ενώ οι τιμές εξαρτώνται από την εποχή αλλά και από το μέγεθος των καρπών.
Συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 0,6 - 0,8 ευρώ το κιλό. Τα
κολοκυθάκια δεν έχουν πολλές απαιτήσεις και δεν έχουν μεγάλη δυσκολία στο να
καλλιεργηθούν. Υπάρχουν φυτά που διακρίνονται για τη μεγάλη τους ποικιλία όσον
αφορά το μέγεθος, το χρώμα, των καρπών. Η κολοκυθιά είναι φυτό που παράγει
μεγάλο αριθμό καρπών. Επίσης σε πολλές περιοχές χρησιμοποιούν και μαγειρεύουν
τα άνθη της κολοκυθιάς. Σε κάθε περίπτωση όμως, αν συλλέγονται τα άνθη, τότε η
παραγωγή σε κολοκυθάκια θα είναι μειωμένη.
Οι κολοκυθιές προτιμούν ελαφρύ και με καλή στράγγιση έδαφος.
Το έδαφος πρέπει να είναι γόνιμο και πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά. Το ιδανικό pH του χώματος πρέπει να
είναι μεταξύ 5,6 και 6,8.
Τα κολοκυθάκια σπέρνονται απευθείας στο χωράφι ή σε σπορείο
από τον Μάρτιο μέχρι και τον Ιούνιο και στη συνέχεια γίνεται μεταφύτευση στο
χωράφι ύστερα από μερικές ημέρες, όταν έχουν αναπτύξει τα φυτά τα πρώτα
κανονικά 3-4 φύλλα.
Οι σπόροι κολοκυθιάς συνήθως φυτεύονται απευθείας στο χώμα
του χωραφιού σε βάθος περίπου 1-2 εκατοστών και φυτρώνουν σε 7-8 ημέρες. Σε
κάθε σημείο σποράς σπέρνονται 3 με 4 σπόροι. Οταν φυτρώσουν οι σπόροι,
διατηρούνται ένα ή δύο φυτά σε κάθε θέση. Επιλέγονται τα πιο εύρωστα φυτά ώστε
να εξασφαλίζεται η παραγωγή τους.
Οι κολοκυθιές απλώνονται στο έδαφος και καταλαμβάνουν μεγάλο
χώρο. Θα πρέπει να φυτεύονται σε γραμμές σε αποστάσεις 1-2 μέτρων, ενώ φυτό από
φυτό σε κάθε γραμμή πρέπει να απέχει 50 με 60 εκατοστά. Αν οι σπόροι σπαρθούν
σε σπορείο, τότε η σπορά γίνεται 2 με 3 εβδομάδες πριν από το τέλος του
χειμώνα. Το σπορείο πρέπει να καλύπτεται με γυαλί ώστε να διατηρείται σε
ευνοϊκές για το φύτρωμα θερμοκρασίες και να είναι προστατευμένο.
Οι κολοκυθιές είναι φυτά που θέλουν αρκετό νερό για να
αναπτυχθούν και να δώσουν μεγάλο αριθμό καρπών. Το πότισμα είναι μια εργασία
που πρέπει να γίνεται συχνά. Κατά το πότισμα δεν πρέπει το νερό να βρέχει τα
φύλλα, επειδή έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες το φυτό να προσβληθεί από διάφορες
ασθένειες.
Συγκομιδή
Τα κολοκυθάκια είναι πιο νόστιμα όταν είναι μικρά και θα
πρέπει να συγκομίζονται όσο είναι ακόμη μικρά. Οι τιμές τους δε είναι πιο
υψηλές όταν τα κολοκυθάκια είναι μικρά, ενώ με την πρώιμη συγκομιδή των καρπών
το φυτό παράγει συνεχώς κολοκυθάκια.
Τα κολοκυθάκια εμφανίζονται από τη στιγμή που θα αναπτυχθούν
4-5 φύλλα. Η συγκομιδή τους γίνεται κάθε 3-4 ημέρες, όταν τα κολοκυθάκια είναι
πολύ τρυφερά. Τα κολοκυθάκια πρέπει να συντηρούνται έξω από το ψυγείο σε
θερμοκρασίες 8-10 οC.
Περιέχουν βιταμίνη C,
βιταμίνη Α, φυτικές ίνες, αλλά και κάλιο, φωσφόρο, μαγνήσιο. Θεωρείται ότι τα
κολοκυθάκια έχουν προστατευτική δράση έναντι διαφόρων καρδιοπαθειών και
μειώνουν την πίεση. Πηγή.
σχετικά άρθρα:
Τι είναι τα "Βιολογικά";